Ταξιάρχης Μαραντοχωρίου ... Ένας θησαυρός χαμένος στο πουθενά



Πόσες εκκλησίες να έχει το Μαραντοχώρι;  Το χωριό της μάνας μου, πρέπει να το προσέξω ...

Για να τις δούμε: 
Κοίμηση, Άγιος Νικόλας, Ταξιάρχης, ψηλά στο παλιό χωριό. 
Οι Άγιοι Ανάργυροι στον Ποταμό. 
Ο Άγιος Γεώργιος και ο Άγιος Αθανάσιος στον Μπισά και τελειώσαμε.
Α, και μια παλαιοημερολογίτικη, η Αγία Παρασκευή.

Έβγαλα φωτογραφίες, τις κατέγραψα ξεκίνησα να ψάχνω ιστορικά και άλλα στοιχεία κι όλα καλά! 

Αλλά δεν ηρέμησα, κάτι με έτρωγε, κάτι μου λείπει. Κάτι νιώθω ότι έχω χάσει.
Μήπως υπάρχει και καμιά άλλη; Κρυμμένη;  

Σχεδόν πάντα όταν "κάτι σε τρώει" υπάρχει κάτι που δεν έχεις βρει.
Και πρέπει να ψάξεις να το βρεις. Κι έψαξα...
"Μα αυτό δεν θα το βρεις μόνη σου!", μου είπαν.
"Πρέπει κάποιος που ξέρει να σε πάει".
"Και ποιος ξέρει;"
"Κάποιον θα βρούμε!"

Και βρήκαμε!
Βγήκαμε από το δρόμο, φτάσαμε στον Άη Θανάση, εκεί που κάποτε φώλιαζε ένα μεγάλο φίδι. Στρίψαμε αριστερά για το Μπισά. Κινηθήκαμε βόρεια. Και κάπου αφήσαμε το αυτοκίνητο και το πιάσαμε με τα πόδια.

Περάσαμε αδιάβατα λογγωμένα μονοπάτια, γίναμε ένα με τη βλάστηση, βγήκαμε με γρατσουνιές και αίματα  (συνήθειο μου ΄γινε!) σε ένα μικρό ξέφωτο -πολύ μικρό όμως! Ανακαλύψαμε το παλιό σιδερένιο εικονοστάσι, άδειο πια και πληγωμένο. Ξέραμε ότι ήταν εκεί κάπου μπροστά μας αλλά δεν το βλέπαμε. Μήπως ήρθαμε λάθος;

Δεν το βάλαμε κάτω. Ξαναμπήκαμε στα βάτα σχεδόν δε βλέπαμε, πληγωθήκαμε κι άλλο, και επιτέλους το βρήκαμε!



Ταξιάρχης! Παλιότερος ίσως από αυτόν στο πάνω χωριό. Εξωκλήσι, μια σταλιά.
Χαμένος στον κάμπο του Μπισά.
Αόρατος ακόμα και αν πλησιάσεις στα τρία τέσσερα μέτρα.
Και κατάγραφος ... ήταν κάποτε τουλάχιστον!

Τώρα πια, βαστάει ακόμα βέβαια, δε λέω, αλλά ο χρόνος και η λησμονιά έχουν ρίξει εκείνο το πέπλο του ξεθωριάσματος πάνω στους άλλοτε δυνατούς τοίχους.
Τοίχοι που με το ζόρι κρατιούνται όρθιοι, όσοι απέμειναν, ούτε οι  μισοί. Ο ανατολικός και ένα μικρό τμήμα του ιερού. Αλλά αυτοί έχουν και την παλιά "μαγεία" πάνω τους. Τις τοιχογραφίες που αν τις αφήσεις, αν απλά σωπάσεις και ακούσεις σου μιλάνε.
Στεκόμουν στο κέντρο του, κοιτούσα ολόγυρα το ερειπωμένο εκκλησάκι και με ΄πιασε ένα τρέμουλο, εμένα που δεν πολυπιστεύω. Μέσα στην ερημιά, ένιωσα σα να ΄φυγα από τον κόσμο αυτό. Σα να μπήκα στον κόσμο των αγγέλων.
Ξαφνικά ένιωσα γύρω μου ένα κενό ήχου,  επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Ακόμα και τα ζωντανά της φύσης, τα πουλιά και τα τζιτζίκια που μέχρι πριν λίγο με ξεκούφαιναν, τώρα έχουν σωπάσει. Έτσι ξαφνικά. Σε μένα την άπιστη. Με άφησαν να νιώσω το μεγαλείο της Δημιουργίας, της φύσης.
Τα δέντρα που ρίζωσαν μέσα του, αντικατέστησαν τους πιστούς που μέχρι πριν κάμποσες δεκαετίες έφταναν εκεί στη γιορτή του Αρχάγγελου, ν΄ ανάψουν ένα κερί στη χάρη του. Οι πέτρες απ΄ τους τοίχους του, πρασινισμένες σε αγκαλιάζουν τρυφερά, και κάνουν το άγιο χώρο φιλόξενο, ζεστό.
Οι ξεθωριασμένες μορφές στους τοίχους, ξάφνου ζωντανεύουν και σου μιλούν για το μεγαλείο του κόσμου, που εσύ ο ταπεινός ποτέ δεν θα γνωρίσεις. Σε κοιτούν και νιώθεις το βλέμμα τους να μπαίνει στην ψυχή σου. Μορφές απόκοσμες, ξωτικές, άγιες!

Τα ξερόχορτα που τρίζουν κάτω από τα πόδια σου επαναφέρουν τους ήχους της φύσης. Τα πουλιά άρχισαν το τραγούδι τους συντροφεύοντας τα τζιτζίκια, ο άνεμος σφυρίζει απαλά ανάμεσα στο κλαδιά.  Και ήρθε η στιγμή που μένεις εσύ άφωνος και δεν βγαίνει ούτε ανάσα από το κορμί σου.



Ιστορικά στοιχεία για το εκκλησάκι, σε αναζήτηση μου αργότερα δεν βρήκα.

Γνωρίζω μόνο ότι οι τοιχογραφίες είναι μάλλον του 17ου αιώνα και σύμφωνα με μαρτυρία του συνοδού μου, μέχρι πριν 50-60 χρόνια λειτουργούσε τη μέρα της γιορτής του. Μετά ποιος ξέρεις γιατί, ξεχάστηκε, λόγγωσε, εξαφανίστηκε σχεδόν και από τη μνήμη των ανθρώπων.

Σε αυτές τις αναζητήσεις μου μετά για στοιχεία της ιστορίας κάθε εκκλησιάς, συχνά σκέφτομαι, αν είναι απαραίτητο να μάθω πότε χτίστηκε και γιατί. Κι αν τελικά το μόνο που ίσως αξίζει είναι να κρατάω αυτήν την αίσθηση του μεγαλείου που νιώθω, μπροστά σε έναν ερειπωμένο τοίχο με το βλέμμα των αγγέλων που με κοιτούν καθώς ξεψυχούν οι μορφές τους επάνω τους.

Ευχαριστώ θερμά τον Κώστα Κ.  από το Μαραντοχώρι που με ταξίδεψε στον χρόνο.






Χρυσούλα Σκλαβενίτη

Νηπιαγωγός με καταγωγή από τη Λευκάδα. Εδώ μέσα κάνω πράξη τα ελάττωμα μου: να φωτογραφίζω, να ερευνώ και να γράφω για το νησί μου, σ΄ ένα μείγμα ρομαντισμού και αυστηρού ρεαλισμού... γιατί πάντοτε ακροβατούσα ανάμεσα σ' αυτά τα δυο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου