Ο βαλμάς

Βαλμάδες είναι οι αλωνιστάδες. Αυτοί που κρατώντας τις ουρές των ζώων, που "στροβιλίζονταν" στην "πίστα" του αλωνιού, έδιναν ρυθμό στην περιστροφή τους.

Η παρακάτω παράδοση είναι από το κλασικό βιβλίο του Νίκου Πολίτου "Παραδόσεις" το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε στις αρχές του περασμένου αιώνα.
Είναι η μοναδική παράδοση στο δίτομο αυτό έργο που αναφέρεται στο νησί μας.


"Μια φορά κι έναν καιρό ήσαν δυο αδερφοί πλούσιοι βαλμάδες. Ο μεγαλύτερος απ΄αυτούς ο Μήτρος ήταν θυμώδης και άγριος, και εμάλλωνε συχνά το μικρότερο αδερφό του το Γιώργο, και τον έβανε να φυλάη μόνος του τάλογα. Και ο Γιώργος ήταν ήσυχος και υπόφερε χωρίς παράπονο ο,τι του κανε ο αδερφός του.
Κάποτε είχαν να πουλήσουν οχτώ άλογα και ο Μήτρος του παράγγειλε να ξεκόψη από τη λακινιά οχτώ άλογα και να τα φέρη σ΄ το σπίτι. Ο Γιώργος, που ήξευρε πως ο αδερφός του εγίνονταν θηρίο αν δεν έκανε αμέσως ο,τι του παράγγελνε, ευτύς, τη νύχτα προτού να χαράξη καβαλλίκεψε ένα άλογο και έφερε τάλογα στον αδερφό του. Η νύχτα ήταν σκοτεινή, και ο Μήτρος εμετρούσε τάλογα κ΄ έβλεπε πως ήταν εφτά κι όχι οχτώ καθώς είχε παραγγείλη. Υπώπτεψε μήπως εχάθη στο δρόμο και του λέγει του Γιώργου να τρέξη γρήγορα να το βρη, γιατί αλίμονο σ΄ αυτον αν χαθή.
Έτρεξε τρομασμένος ο Γιώργος, δρόμο παίρνει δρόμο αφίνει, γυρίζει λόγγους και βουνλα, αλλά πουθενά να το βρη τάλογο. Όταν επλησίαζε στο σπίτι, ο Μήτρος που κατάλαβε από το ποδοβολητό πως δεν έφερνε τάλλο τάλογο, από το θυμό του κι από τη λύσσα του, χύνεται καταπάνω στον αδερφό του, και προτού να προφτάση αυτός ν΄ ανοίξη το στόμα του να ειπή ένα λόγω, του έδωκε πολλαις μαχαιριαις και τον εσκότωσε. Και εκεί που τον εχτυπούσε, τον ερωτούσε με τα χάχανα.
Γιώργο, Γιώργο, Γιώργο!
το βρες, το βρες τ΄ άλογο;
χα, χα,  χα,  χα,  χα!
 Ο Γιώργος έπεσε κάτω ξερός, και τάλογο που καβαλλίκευε πήγε κι ανακατώθη με τάλλα.
Ο φονιάς πάγει κι αυτός σ΄ τάλογα και τα ξαναμετρά, σαν να ήθελε να δικαιολογηθεί σ΄ τον εαυτό του πως καλά έκαμε, αλλά τι να ιδή! Αντίς για εφτά τα βρίσκει οχτώ. Μετρά και πάλι, πάλι οχτώ. Τότες κατάλαβε πως πρωτύτερα δεν έβανε σ΄ το μέτρημα και τάλογο που καβαλλικευε ο Γιώργος. Αισθάνθηκε το μεγάλο κακό που έκαμε και μετανόησε πικρά, και με θρήνους και οδυρμούς παρακαλέστηκε σ΄ το Θεό ναν τον κάμη πουλί, να γυρίζη τη νύχτα και να λέη για τιμωρία του κείνα πώλεγε σ΄ τον αδερφό του με τα χάχανα, όταν τον σκότωνε.
Γιώργο, Γιώργο, Γιώργο!
το βρες, το βρες τ΄ άλογο;
χα, χα,  χα,  χα,  χα!
Και έγινε πουλί, και λέει πάντα αυτά τα λόγια, κι όποιος τακούει τον βρίσκει κακό"



Χρυσούλα Σκλαβενίτη

Νηπιαγωγός με καταγωγή από τη Λευκάδα. Εδώ μέσα κάνω πράξη τα ελάττωμα μου: να φωτογραφίζω, να ερευνώ και να γράφω για το νησί μου, σ΄ ένα μείγμα ρομαντισμού και αυστηρού ρεαλισμού... γιατί πάντοτε ακροβατούσα ανάμεσα σ' αυτά τα δυο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου